Βυθίζονται τα όνειρα στο πρέπει
ληγμένα ελιξίρια συρρέουν
της αγοράς το χέρι διαπρέπει
τα σύμβολα πια δεν ενδιαφέρουν.
Τα άσματα απελάθηκαν για πάντα
το έλλειμμα των ήχων σ’ αρρωσταίνει
εκδίκηση δεν παίρνει η μπαλάντα
το έπος σταματά και περιμένει.
του χρόνου την αδήλωτη αχτίδα
τα εσώψυχα του κόσμου ξεπερνάω
αρνούμαι ότι αυτό το μέλλον είδα.
Γεράσανε τα αίσχη στις γαλέρες
τ’ ανθρώπινο κουφάρι ξεπουλιέται
σιωπήσαν’ οι περήφανες φλογέρες
το χρέος του θανάτου δεν ξοφλιέται.
Ο ήλιος ατιμάστηκε απ΄το αίμα
οι άνεμοι το σώμα δεν αγγίζουν
κανέναν δεν παρηγορεί το ψέμα
αδιάφορα τα άρματα σφυρίζουν.
Παράξενο δεν είναι που κρατάω
του χρόνου την αδήλωτη αχτίδα
τα εσώψυχα του κόσμου ξεπερνάω
αρνούμαι ότι το μέλλον είδα.